- Export
- Short link
- Subscribe to the case
- Get notified by email when the case is updated
- Get notified by RSS when the case is updated
- Share this page onBlueskyLinkedinThreads
Machine translations can contain errors potentially reducing clarity and accuracy; the Ombudsman accepts no liability for any discrepancies. For the most reliable information and legal certainty, please refer to the source version in English linked above.
For more information please consult our language and translation policy.
Σχέδιο σύστασης του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σχετικά με την αυτεπάγγελτη έρευνα σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα(616/PUBAC/F/IJH)
Recommendation
Case 616/96/(PD)IJH - Opened on Wednesday | 05 June 1996 - Recommendation on Wednesday | 05 June 1996 - Special report on Wednesday | 05 June 1996 - Decision on Monday | 21 September 1998
Ιστορικό της έρευνας
Τον Ιούνιο του 1996, ξεκίνησα μια αυτεπάγγελτη έρευνα σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή των κοινοτικών θεσμικών οργάνων και οργανισμών, εκτός από το Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Το επίκεντρο της έρευνας
Επί του παρόντος δεν υπάρχει διάταξη της Συνθήκης ή γενική κοινοτική νομοθεσία σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα. Ωστόσο, η δήλωση 17 που επισυνάπτεται στην τελική πράξη της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως εξής:
Η διάσκεψη θεωρεί ότι η διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων ενισχύει τον δημοκρατικό χαρακτήρα των θεσμικών οργάνων και την εμπιστοσύνη των πολιτών στη διοίκηση. Ως εκ τούτου, η Διάσκεψη συνιστά στην Επιτροπή να υποβάλει στο Συμβούλιο, το αργότερο το 1993, έκθεση σχετικά με τα μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους τα θεσμικά όργανα.
Στη συνέχεια, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θέσπισαν τους δικούς τους, διαθέσιμους στο κοινό κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα που κατέχουν(1).
Οι κανόνες αυτοί μπορούν να προωθήσουν τη διαφάνεια και τις καλές σχέσεις μεταξύ των πολιτών και των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών με τρεις τρόπους:
- η διαδικασία θέσπισης κανόνων απαιτεί από το θεσμικό όργανο ή τον οργανισμό να εξετάζει, για κάθε κατηγορία εγγράφων, κατά πόσον είναι αναγκαία ή όχι η εμπιστευτικότητα. Στο πλαίσιο της δέσμευσης της Ένωσης για διαφάνεια, η ίδια η διαδικασία αυτή μπορεί να συμβάλει στην ενθάρρυνση υψηλότερου βαθμού διαφάνειας·
- εάν οι κανόνες υιοθετηθούν και δημοσιοποιηθούν, τα άτομα που ζητούν έγγραφα μπορούν να γνωρίζουν ποια είναι τα δικαιώματά τους. Οι ίδιοι οι κανόνες μπορούν επίσης να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιου ελέγχου και συζήτησης·
- οι σαφείς κανόνες μπορούν να προωθήσουν τη χρηστή διοίκηση, βοηθώντας τους υπαλλήλους να αντιμετωπίζουν με ακρίβεια και ταχύτητα τις δημόσιες αιτήσεις για έγγραφα.
Ως εκ τούτου, αποφάσισα να εστιάσω την αυτεπάγγελτη έρευνα στο ζήτημα του κατά πόσον τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμοί εκτός του Συμβουλίου και της Επιτροπής είχαν θεσπίσει δημοσίως διαθέσιμους κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα που κατέχουν.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, περιόρισα την έρευνά μου στο αν υπάρχουν κανόνες και είναι διαθέσιμοι στο κοινό. Δεν ρώτησα αν οι ίδιοι οι κανόνες είναι οι σωστοί για να εξασφαλιστεί ο βαθμός διαφάνειας που οι ευρωπαίοι πολίτες αναμένουν όλο και περισσότερο από την Ένωση. Πράγματι, οι κανόνες της Επιτροπής και του Συμβουλίου είναι αρκετά περιορισμένοι σε σύγκριση με τους κανόνες που διέπουν ορισμένες εθνικές διοικήσεις. Ειδικότερα, δεν απαιτούν τη δημοσίευση μητρώων εγγράφων. Ούτε παρέχουν δικαίωμα προσβάσεως σε έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή ενός οργανισμού, αλλά προέρχονται από άλλο.
Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί που καλύπτονται από την έρευνα
Η έρευνα απευθυνόταν σε δεκαπέντε κοινοτικά όργανα και οργανισμούς, αποτελούμενη από:
- τα κοινοτικά όργανα κατά την έννοια του άρθρου 4 της Συνθήκης, πλην του Συμβουλίου και της Επιτροπής,
- τους τέσσερις οργανισμούς που ιδρύονται από τη Συνθήκη, και
- οκτώ από τους δέκα «αποκεντρωμένους κοινοτικούς οργανισμούς». (Οι υπόλοιποι δύο αποκεντρωμένοι οργανισμοί — το Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία — αποκλείστηκαν από την έρευνα επειδή δεν ήταν ακόμη σε λειτουργία).
Ο πλήρης κατάλογος των θεσμικών οργάνων και οργανισμών που καλύπτονται από την έρευνα είναι:
- Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
- Το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
- Το Ελεγκτικό Συνέδριο
- Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
- Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
- Η Επιτροπή των Περιφερειών
- Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα
- Το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
- Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης
- Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop)
- Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας
- Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος
- Το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας
- Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Αξιολόγηση των Φαρμακευτικών Προϊόντων
Η έρευνα
Ζήτησα από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς να με ενημερώσουν σχετικά με την κατάστασή τους όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και ιδίως αν είχαν εκδώσει γενικούς κανόνες που είναι εύκολα διαθέσιμοι στο κοινό ή εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές για το προσωπικό σχετικά με την πρόσβαση του κοινού και την εμπιστευτικότητα. Οι απαντήσεις περιείχαν πληροφορίες σχετικά με τις απαιτήσεις των πολιτικών εμπιστευτικότητας και πληροφόρησης, καθώς και σχετικά με τους κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα.
Απαιτήσεις εμπιστευτικότητας
Ορισμένες από τις απαντήσεις αφορούσαν απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου σύμφωνα με τις οποίες ορισμένα είδη εγγράφων πρέπει να είναι εμπιστευτικά. Οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές, διότι οι κανόνες σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα που θεσπίζονται στο πλαίσιο της εσωτερικής οργάνωσης πρέπει να συνάδουν με τις υφιστάμενες νομικές υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας. Ωστόσο, δεν φάνηκε ότι κανένα από τα θεσμικά όργανα ή τους οργανισμούς παρείχε στο κοινό πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που δεν καλύπτονταν ειδικά από νομικές υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας.
Πολιτικές πληροφόρησης
Αρκετές απαντήσεις με ενημέρωσαν σχετικά με την πολιτική πληροφόρησης του θεσμικού οργάνου ή του οργανισμού. Σε πολλές περιπτώσεις, φαίνεται ότι υπάρχει ισχυρή δέσμευση για την παροχή πληροφοριών σε εύχρηστη και εύκολα προσβάσιμη μορφή, τόσο σε συγκεκριμένα ενδιαφερόμενα ακροατήρια όσο και στο ευρύ κοινό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η δέσμευση για διαφάνεια και διαφάνεια αποτελεί μέρος της εντολής του θεσμικού οργάνου ή του οργανισμού. Σε άλλες περιπτώσεις, είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής απόφασης. Στις απαντήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το πολιτικό του έργο, του Δικαστηρίου σχετικά με το δικαστικό του έργο, καθώς και της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης, του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Αξιολόγηση των Φαρμάκων σχετικά με τις δραστηριότητές τους στους διάφορους τομείς πολιτικής τους, υπογραμμίστηκε η δέσμευση για διαφάνεια και διαφάνεια στην πολιτική πληροφόρησης.
Η παροχή πληροφοριών αποτελεί σημαντική συμβολή στη διαφάνεια και είναι απαραίτητη για τη διευκόλυνση της συμμετοχής ομάδων και μεμονωμένων πολιτών στο έργο της Κοινότητας. Ως εκ τούτου, χαιρετίζω τις πληροφορίες που έλαβα σχετικά με τις θετικές στρατηγικές ενημέρωσης των κοινοτικών οργάνων και οργανισμών.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί ότι μια στρατηγική πληροφόρησης δεν υποκαθιστά τους κανόνες σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν οι πολίτες όταν αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία ζητώντας έγγραφα που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί. Ειδικότερα, οι πολίτες έχουν έννομο συμφέρον για την οργάνωση και τη λειτουργία των θεσμικών οργάνων και οργανισμών που αμείβονται από δημόσιους πόρους. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αιτήματα για διοικητικά έγγραφα, τα οποία συνήθως δεν καλύπτονται από μια στρατηγική πληροφόρησης.
Θέσπιση κανόνων και κατευθυντήριων γραμμών για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα
Από την απάντησή του προέκυψε ότι το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς είχε ήδη θεσπίσει κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα. Ως εκ τούτου, αποφάσισα ότι η έρευνα δεν χρειάζεται να συνεχιστεί περαιτέρω σε σχέση με το εν λόγω όργανο.
Οι απαντήσεις του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας, του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας ανέφεραν ότι σκόπευαν να θεσπίσουν κανόνες και κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα στο εγγύς μέλλον. Το Δικαστήριο και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με ενημέρωσαν ότι ήταν πρόθυμες να εξετάσουν τη θέσπιση τέτοιων κανόνων και, στην περίπτωση της Τράπεζας, ότι ήταν σε εξέλιξη μια μελέτη του ζητήματος.
Το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα εξήγησε ότι ασχολείται με εξαιρετικά ευαίσθητα ζητήματα στον νομισματικό και χρηματοπιστωτικό τομέα και ότι το άρθρο 11 παράγραφος 2 του καταστατικού του προβλέπει ότι όλα τα έγγραφα που συντάσσονται από το ΕΝΙ είναι εμπιστευτικά, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά. Η απάντηση αυτή φαίνεται να αφορά έγγραφα στον νομισματικό τομέα.
Η απάντηση της Επιτροπής των Περιφερειών ανέφερε ότι ενέκρινε ως εσωτερική κατευθυντήρια γραμμή τον κοινό κώδικα δεοντολογίας του Συμβουλίου και της Επιτροπής και ότι επί του παρόντος προετοιμάζει τα αναγκαία μέτρα για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής του κώδικα στις αιτήσεις τεκμηρίωσης της Επιτροπής των Περιφερειών.
Η απάντηση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Αξιολόγησης Φαρμάκων ανέφερε ότι το προσωπικό του ενημερώνεται σχετικά με την πρόσβαση του κοινού και ότι χρησιμοποιεί το ίδιο σύστημα ταξινόμησης με την Επιτροπή για ορισμένα τουλάχιστον έγγραφα.
Περαιτέρω έρευνες
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1996, απέστειλα επιστολή στα τρία όργανα που ανέφεραν ότι σχεδίαζαν να θεσπίσουν κανόνες και κατευθυντήριες γραμμές και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η οποία είχε δηλώσει ότι μελετά την ερώτηση, να ζητήσει αντίγραφο των κανόνων που εγκρίθηκαν τελικά. Την ίδια ημερομηνία, έστειλα επιστολή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Αξιολόγησης Φαρμάκων για να ρωτήσω σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα διοικητικής φύσεως, τα οποία δεν είχαν αναφερθεί στις απαντήσεις στην αρχική μου επιστολή, και κατά πόσον το οικείο θεσμικό όργανο ή οργανισμός θα θεσπίσει σχετικά με τα εν λόγω έγγραφα κανόνες παρόμοιους με εκείνους της Επιτροπής και του Συμβουλίου.
Την ίδια ημερομηνία, απευθύνθηκα στο Δικαστήριο, στο Ελεγκτικό Συνέδριο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης, υποδεικνύοντας ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης κανόνων σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα παρόμοιους με εκείνους της Επιτροπής και του Συμβουλίου.
Οι απαντήσεις ζητήθηκαν μέχρι το τέλος Οκτωβρίου 1996.
Περίληψη της παρούσας θέσης σχετικά με τους κανόνες για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα
Με βάση τις απαντήσεις τόσο στις αρχικές όσο και στις περαιτέρω έρευνες, φαίνεται ότι:
- το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς έχει ήδη θεσπίσει κανόνες που είναι εύκολα διαθέσιμοι στο κοινό σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα,
- τα ακόλουθα οκτώ θεσμικά όργανα και οργανισμοί συμφώνησαν να εγκρίνουν τους κανόνες αυτούς:
- Το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
- Το Ελεγκτικό Συνέδριο
- Η Επιτροπή των Περιφερειών
- Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης
- Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας
- Το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας
- επί του παρόντος, τα ακόλουθα όργανα εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης τέτοιων κανόνων:
- Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
- Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
- Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή
Απόφαση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή
Με βάση τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν στον Διαμεσολαβητή από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς που καλύπτονται από την έρευνα, φαίνεται ότι οι περισσότεροι, αλλά όχι όλοι, σκοπεύουν να ακολουθήσουν το καλό παράδειγμα που έδωσαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή κατά τη θέσπιση κανόνων που διέπουν την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα.
Για να ληφθεί υπόψη η θέση αυτή, είναι σημαντικό να υπενθυμιστούν οι απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου, όπως διακηρύχθηκαν από το Δικαστήριο(2):
«Εφόσον ο κοινοτικός νομοθέτης δεν έχει θεσπίσει γενικούς κανόνες σχετικά με το δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή των κοινοτικών οργάνων, τα θεσμικά όργανα οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα σχετικά με την εξέταση των αιτήσεων αυτών δυνάμει της εξουσίας τους εσωτερικής οργανώσεως, η οποία τους επιτρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας τους σύμφωνα με το συμφέρον της χρηστής διοικήσεως.»
Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι, όσον αφορά τις αιτήσεις πρόσβασης σε έγγραφα, τα όργανα και οι οργανισμοί της Κοινότητας έχουν νομική υποχρέωση να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ενεργούν σύμφωνα με το συμφέρον της χρηστής διοίκησης. Πρέπει, ωστόσο, να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο είναι η ανώτατη αρχή επί ζητημάτων κοινοτικού δικαίου.
Η χρηστή διοίκηση απαιτεί όλα τα κοινοτικά όργανα και οργανισμοί να λαμβάνουν υπόψη τη δέσμευση της Ένωσης για διαφάνεια. Η δέσμευση αυτή προκύπτει από τη δήλωση αριθ. 17 που επισυνάπτεται στην Τελική Πράξη της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και από πολυάριθμες μεταγενέστερες πράξεις, συμπεριλαμβανομένης, ιδίως, της διοργανικής συμφωνίας για τη δημοκρατία, τη διαφάνεια και την επικουρικότητα της 25ης Οκτωβρίου 1993(3). Η διαφάνεια απαιτεί όχι μόνο τα έγγραφα να είναι διαθέσιμα στο κοινό στον μέγιστο δυνατό βαθμό, αλλά και κάθε άρνηση πρόσβασης στα έγγραφα να αιτιολογείται με βάση τους κανόνες που έχουν θεσπιστεί εκ των προτέρων.
Επιπλέον, το άρθρο Γ της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζει ότι «η Ένωση εξυπηρετείται από ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο το οποίο εξασφαλίζει τη συνοχή και τη συνέχεια των δραστηριοτήτων που διεξάγονται για την επίτευξη των στόχων της (...)». Ως εκ τούτου, οι ευρωπαίοι πολίτες έχουν το δικαίωμα να αναμένουν μια συνεκτική προσέγγιση στο ζήτημα της πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα. Αυτό δεν απαιτεί κατ’ ανάγκη ένα ενιαίο σύνολο κανόνων που θα ισχύει για όλα τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας. Ωστόσο, αποκλείει αυθαίρετες διαφορές ως προς το αν υπάρχουν ή όχι κανόνες και δημοσιοποιούνται. Κανένα από τα κοινοτικά όργανα ή οργανισμούς που αφορά η έρευνα δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η θέσπιση κανόνων σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα θα ήταν ανέφικτη ή αδικαιολόγητα επαχθής υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις. Επομένως, η θέσπιση τέτοιων κανόνων αποτελεί κατάλληλο μέτρο για την εξέταση των αιτήσεων εγγράφων.
Συμπέρασμα
Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, η Διαμεσολαβήτρια καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η μη θέσπιση και η εύκολη πρόσβαση του κοινού στους κανόνες που διέπουν την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα συνιστά περίπτωση κακοδιοίκησης.
Συστάσεις
Με βάση τα ανωτέρω, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής υποβάλλει τα ακόλουθα σχέδια συστάσεων προς τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς που καλύπτονται από την έρευνα, τα οποία δεν έχουν ήδη θεσπίσει κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα:
- Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί θα πρέπει να εγκρίνουν κανόνες σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα εντός τριών μηνών.
- Οι κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα έγγραφα που δεν καλύπτονται ήδη από τις ισχύουσες νομικές διατάξεις που επιτρέπουν την πρόσβαση ή απαιτούν εμπιστευτικότητα.
- Οι κανόνες θα πρέπει να διατίθενται εύκολα στο κοινό.
Όσον αφορά το Δικαστήριο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα, οι συστάσεις αυτές ισχύουν μόνο για τα διοικητικά έγγραφα.
Τα αρμόδια θεσμικά όργανα και οργανισμοί θα ενημερωθούν για τα εν λόγω σχέδια συστάσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 του Καθεστώτος του Διαμεσολαβητή, αποστέλλουν εμπεριστατωμένη γνώμη εντός τριών μηνών. Η λεπτομερής γνώμη θα μπορούσε να συνίσταται στην αποδοχή της απόφασης του Διαμεσολαβητή και στην περιγραφή των μέτρων που ελήφθησαν για την εφαρμογή των συστάσεων.
(1) Το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενέκριναν κοινό κώδικα συμπεριφοράς (ΕΕ L 340/41), ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή με την απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1993 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Συμβουλίου (ΕΕ L 340/43) και με την απόφαση της Επιτροπής της 8ης Φεβρουαρίου 1994 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα της Επιτροπής, ΕΕ 1994, L 46/58.
(2) Υπόθεση C-58/94, Κάτω Χώρες κατά Συμβουλίου, απόφαση της 30ής Απριλίου 1996.
(3) ΙΩ 1993 C 329/133.
- Export
- Short link
- Subscribe to the case
- Get notified by email when the case is updated
- Get notified by RSS when the case is updated
- Share this page onBlueskyLinkedinThreads