- Export
- Short link
- Subscribe to the case
- Get notified by email when the case is updated
- Get notified by RSS when the case is updated
- Share this page onTwitterFacebookLinkedin
Απόφαση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή επί της καταγγελίας 2137/2007/ID κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Decision
Case 2137/2007/ID - Opened on Wednesday | 10 October 2007 - Decision on Wednesday | 27 August 2008
Στρασβούργο, 27 Αυγούστου 2008
Αξιότιμε κύριε Γ.,
Στις 16 Αυγούστου 2007, ενεργώντας για λογαριασμό της "One Earth", υποβάλατε καταγγελία στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή εις βάρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την απόρριψη της αίτησης της οργάνωσής σας για τη σύναψη μιας Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης Πλαίσιο με την Επιτροπή.
Στις 10 Οκτωβρίου 2007, διαβίβασα την καταγγελία στον Πρόεδρο της Επιτροπής. Η Επιτροπή απέστειλε τη γνώμη της στις 19 Δεκεμβρίου 2007, την οποία σας διαβίβασα με την πρόσκληση να διατυπώσετε παρατηρήσεις, τις οποίες αποστείλατε στις 29 Φεβρουαρίου 2008.
Σας απευθύνω την παρούσα επιστολή για να σας γνωστοποιήσω τα αποτελέσματα των ερευνών που διενεργήθηκαν.
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ
Στις 14 Μαρτίου 2007, η One Earth ("OE") υπέβαλε αίτηση στη Γενική Διεύθυνση Ανθρωπιστικής Βοήθειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ("DG ECHO") για τη σύναψη μιας Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης Πλαίσιο ("ΣΕΣΠ").
Η Επιτροπή, σε ηλεκτρονική επιστολή της 20ής Ιουνίου 2007 που απέστειλε στην OE, ανέφερε τα εξής:
"Όπως προκύπτει, δεν μας έχετε υποβάλει τους ετήσιους λογαριασμούς για τα τελευταία δύο πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή. Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ως ελεγχθείσες οικονομικές δηλώσεις τα έγγραφα που φέρουν τον τίτλο "Ισολογισμοί της 31ης Δεκεμβρίου του οικονομικού έτους 2005" και "Ισολογισμοί έως 31ης Δεκεμβρίου 2006" που μας αποστείλατε. Το έγγραφο αυτό αποτελεί μέρος των υποχρεωτικών εγγράφων που πρέπει να υποβληθούν για την υποστήριξη της αίτησης ΣΕΣΠ. Παρακαλείσθε να μας υποβάλετε τους ετήσιους λογαριασμούς της ONE EARTH για τα δύο τελευταία πλήρη ημερολογιακά έτη ή οικονομικά, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή".
Στη συνέχεια, με ηλεκτρονική επιστολή της 25ης Ιουνίου 2007, η OE ζήτησε "διευκρινίσεις σχετικά με την έννοια των "ετήσιων λογαριασμών" επισημαίνοντας ότι "στην Ελληνική Λογιστική δεν υφίσταται τέτοιος όρος." Κάλεσε επίσης την Επιτροπή να "διευκρινίσει εάν το Ετήσιο Υπόλοιπο Λογαριασμών μπορεί να καλύψει το αίτημά της".
Στις 26 Ιουνίου 2007, η ΟΕ ήλθε σε τηλεφωνική επαφή με την υπεύθυνη του φακέλου (κυρία M.) ζητώντας διευκρινίσεις για την έννοια των ετήσιων λογαριασμών. Στις 4 Ιουλίου 2008, η ΟΕ απέστειλε στην Επιτροπή συμπληρωματικά έγγραφα για την υποστήριξη της αίτησής της.
Στις 9 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή απέστειλε στην OE επιστολή για το κλείσιμο του φακέλου της αίτησής της λόγω ελλιπούς τεκμηρίωσης. Η Επιτροπή υποστήριξε ότι (α) η ΟΕ της είχε υποβάλει επικυρωμένους λογαριασμούς χωρίς να συμπεριλάβει "κέρδη και ζημίες" ή παρατηρήσεις στον ισολογισμό για τα τελευταία δύο πλήρη έτη και (β) όπως προέκυπτε, η δήλωση του ελεγκτή που υπέβαλε η ΟΕ αφορούσε μόνο τον ισολογισμό.
Με επιστολή της 18ης Ιουλίου 2007, η OE αμφισβήτησε την ανωτέρω απόφαση της Επιτροπής. Η OE επισήμανε ειδικότερα ότι (i) οι "οι ετήσιοι ισολογισμοί", που είχε αποστείλει στην Επιτροπή περιείχαν πληροφορίες για "κέρδη και ζημίες". (ii) είχε υποβάλει στην Επιτροπή το "ετήσιο υπόλοιπο λογαριασμών", το οποίο η κυρία M. είχε επιβεβαιώσει ότι ήταν αρκετό . (iii) εάν το έγγραφο αυτό δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες της Επιτροπής, αυτό οφείλεται ασφαλώς σε μια παρανόηση, εξαιτίας του γεγονότος ότι η επικοινωνία γινόταν σε μια ξένη γλώσσα με τη χρήση όρων που δεν είχαν σαφές περιεχόμενο και δεν ήταν κοινώς αποδεκτοί σε ολόκληρη την Ευρώπη. (iv) αντελήφθη πλέον ότι η Επιτροπή επιθυμούσε να εξετάσει την λεγόμενη "δήλωση κερδών και ζημιών", την οποία μπορούσε να της υποβάλει. Υπό το φως των ανωτέρω, η ΟΕ θεώρησε ότι έτυχε άδικης μεταχείρισης και ότι η Επιτροπή συμπέρανε εσφαλμένα ότι η OE δεν είχε υποβάλει τα ζητηθέντα έγγραφα. Τέλος, κάλεσε την Επιτροπή να της δώσει την ευκαιρία να υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες ή κατάλληλες διευκρινίσεις όσον αφορά τους ετήσιους λογαριασμούς της.
Στην απάντησή της της 27ης Αυγούστου 2007, η Επιτροπή ενέμεινε στην αμφισβητηθείσα θέση της, σημειώνοντας ότι (α) η DG ECHO χρησιμοποιεί στις διαδικασίες της την ίδια ορολογία που περιλαμβάνεται στους κανονισμούς 1605/2002 και 2342/2002, οι οποίοι έχουν δημοσιευτεί σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ. (β) σύμφωνα με τους κανονισμούς αυτούς, πριν από τη σύναψη της ΣΕΣΠ πρέπει να υποβληθεί μια έκθεση ελέγχου από έναν εγκεκριμένο εξωτερικό ελεγκτή που να καλύπτει τα δύο τελευταία οικονομικά έτη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Στις 16 Αυγούστου 2007, η καταγγέλλουσα υπέβαλε την παρούσα καταγγελία στον Διαμεσολαβητή. Η ΟΕ υποστήριξε ότι η απόφαση της Επιτροπής να απορρίψει την αίτησή της για τη σύναψη μιας ΣΕΣΠ ήταν άδικη και παράνομη. Η ΟΕ υποστήριξε ότι πρέπει να της δοθεί η ευκαιρία να υποβάλει στην Επιτροπή συμπληρωματικές πληροφορίες ή κατάλληλες διευκρινίσεις σχετικά με τα έγγραφα που της είχε αποστείλει και ότι η Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει το φάκελο και την αίτηση της ΟΕ, την οποία είχε εσφαλμένα απορρίψει.
Η ΕΡΕΥΝΑ
Η γνώμη της ΕπιτροπήςΣτη γνώμη της σχετικά με την καταγγελία η Επιτροπή επισήμανε μεταξύ άλλων, τα εξής: Η ΣΕΣΠ αποτελεί ένα μέσο που θέτει τις αρχές της εταιρικής σχέσης μεταξύ της Επιτροπής και των ανθρωπιστικών οργανώσεων, προσδιορίζει τους αντίστοιχους ρόλους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των εταίρων και περιέχει τις νομικές διατάξεις που ρυθμίζουν τις ανθρωπιστικές δράσεις που χρηματοδοτεί η Επιτροπή.
Οι αιτήσεις σχετικά με τη ΣΕΣΠ 2003 υποβλήθηκαν ηλεκτρονικά. Ο αιτών έπρεπε να δηλώσει την ταυτότητά του συμπληρώνοντας το σχετικό έντυπο και να προβεί σε μια αυτοαξιολόγηση επιλεξιμότητας απαντώντας σε έξι προκαταρκτικά ερωτήματα. Εάν η αξιολόγηση αυτή ήταν θετική, η Επιτροπή ερχόταν σε επαφή με τον αιτούντα και του χορηγούσε ένα ατομικό και μοναδικό κωδικό πρόσβασης και ένα συνθηματικό. Ο εν λόγω κωδικός πρόσβασης και το συνθηματικό επέτρεπαν στον αιτούντα να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο με 60 ερωτήσεις προκειμένου να εξακριβωθούν οι επιχειρησιακές, διοικητικές και οικονομικές του δυνατότητες. Μετά τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου APPEL ("το ερωτηματολόγιο"), ο αιτών όφειλε να επικυρώσει το τελικό κείμενο, το οποίο καταχωρίστηκε με αυτό τον τρόπο στην τράπεζα δεδομένων της Επιτροπής και να εκτυπώσει το επικυρωθέν ερωτηματολόγιο, υπογεγραμμένο από άτομο δικαιούμενο να υπογράψει την ΣΕΣΠ. Ο πλήρης και επίσημος φάκελος της αίτησης, ο οποίος έπρεπε να αποσταλεί στην Επιτροπή με συστημένη επιστολή εντός ενός μηνός, έπρεπε να περιέχει: (i) το ερωτηματολόγιο που είχε επικυρωθεί και υπογραφεί από τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο της οργάνωσης και (ii) όλα τα υποστηρικτικά (υποχρεωτικά) έγγραφα, όπως οι "ετήσιοι λογαριασμοί για τα τελευταία δύο πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή" και η τεκμηρίωση των απαντήσεων που εδόθησαν στο ερωτηματολόγιο. Όλα τα υποστηρικτικά έγγραφα που έπρεπε να υποβληθούν μνημονεύονταν στην ιστοθέση της DG ECHO και αναγράφονταν στην πρώτη σελίδα του ερωτηματολογίου που είχε επικυρώσει η αιτούσα ΜΚΟ. Αιτήσεις που δεν είχαν υποβληθεί δεόντως εντός της προθεσμίας με την αποστολή μιας πλήρους σειράς εγγράφων (εκτύπωμα του επικυρωθέντος ερωτηματολογίου, υπογεγραμμένου από το εξουσιοδοτηθέν πρόσωπο και υποστηρικτικά έγγραφα) θεωρήθηκαν άκυρες.
Στις 14 Μαρτίου 2007, η OE υπέβαλε αίτηση ΣΕΣΠ επικυρώνοντας το ερωτηματολόγιο. Τα υποστηρικτικά έγγραφα παρελήφθησαν από την Επιτροπή στις 10 Απριλίου 2007.
- Το έγγραφο αριθμός 20, με τίτλο "Λογιστικά Πρότυπα", περιείχε την ακόλουθε δήλωση:
"Βιβλία προς εκτύπωση:
- Στο έγγραφο αριθμός 21, με τίτλο "Λογιστικές και Οικονομικές Διαδικασίες", η OE βεβαίωνε:
(…) 2. Βιβλίο και ισολογισμός ετήσιων λογαριασμών. (…)".
"Το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε την προαιρετική τήρηση λογιστικών βιβλίων για λογαριασμούς της 3ης κατηγορίας για τους ακόλουθους λόγους: (...)
5) Εύκολη και ουσιαστική ανάλυση όλων των οικονομικών εγγράφων από τον εξωτερικό συνεργάτη ελεγκτή" (...)
"Ετήσιες Διαδικασίες
- Η OE απάντησε με ΝΑΙ στην ερώτηση 11 του ερωτηματολογίου η οποία είχε ως εξής:: "για επιχειρησιακούς λόγους η ECHO εφαρμόζει μια περιοριστική πολιτική γλωσσών εργασίας (Αγγλικά και Γαλλικά) προκειμένου να επιταχύνει τις διαδικασίες αξιολόγησης και υλοποίησης των ανθρωπιστικών δράσεων. Αποδέχεται η οργάνωσή σας τον όρο αυτό;"
1) Έλεγχος όλων των οικονομικών εγγράφων από εξωτερικό ελεγκτή(...)".
Στις 14 Ιουνίου 2007, η Επιτροπή ολοκλήρωσε την αξιολόγηση των εγγράφων που υπέβαλε η ΟΕ ως "ελεγχθέντες οικονομικούς λογαριασμούς " για τα οικονομικά έτη 2005 και 2006. Το αποτέλεσμα της ανάλυσης στην οποία προέβη η Επιτροπή ήταν "Αρνητικό" και συνοδευόταν από τις ακόλουθες παρατηρήσεις:
"Ο όρος που αφορά τους ετήσιους λογαριασμούς/τον ισολογισμό δεν έχει υπογραφεί! Δεν είναι σαφές ποιός τον βεβαιώνει. Η χρηματοδότηση της ECHO είναι δυνατή μόνο μετά την υποβολή ανεξάρτητων ετήσιων λογαριασμών!"
Μετά την αρνητική αξιολόγηση της Επιτροπής στις 20 Ιουνίου 2007, η Επιτροπή απέστειλε ηλεκτρονική επιστολή στην ΟΕ αναφέροντας:
"Όπως προκύπτει, δεν μας έχετε υποβάλει τους ετήσιους λογαριασμούς για τα τελευταία δύο πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή. Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ως ελεγχθείσες οικονομικές δηλώσεις τα έγγραφα που φέρουν τον τίτλο "Ισολογισμοί της 31ης Δεκεμβρίου του οικονομικού έτους 2005" και "Ισολογισμοί της 31ης Δεκεμβρίου 2006" που μας αποστείλατε. Το έγγραφο αυτό αποτελεί μέρος των υποχρεωτικών εγγράφων που πρέπει να υποβληθούν για την υποστήριξη της αίτησης ΣΕΣΠ. Παρακαλείσθε να μας υποβάλετε τους ετήσιους λογαριασμούς της ONE EARTH για τα δύο τελευταία πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή".
Στις 25 Ιουνίου 2007 η ΟΕ απέστειλε ηλεκτρονική επιστολή με την οποία ζητούσε "διευκρινίσεις σχετικά με την έννοια των ‘ετήσιων λογαριασμών’ δεδομένου ότι στην ελληνική λογιστική δεν υπάρχει τέτοιος όρος, με την παράκληση να διευκρινιστεί εάν το ετήσιο υπόλοιπο λογαριασμών κάλυπτε το αίτημα της Επιτροπής". Στις 26 Ιουνίου 2007, το πρόσωπο που χειριζόταν το φάκελο ήλθε σε τηλεφωνική επαφή με την ΟΕ τονίζοντας ότι έπρεπε να υποβληθούν στην Επιτροπή ετήσιοι λογαριασμοί, επικυρωμένοι από ένα εξωτερικό ελεγκτή και ότι οι λογαριασμοί αυτοί μπορεί να είναι το λεγόμενο "ετήσιο υπόλοιπο λογαριασμών", υπό την προϋπόθεση ότι το τελευταίο θα περιείχε όλους τους αναλυτικούς λογαριασμούς εκάστου έτους. Το ίδιο πρόσωπο προσέθεσε ότι η ΟΕ θα έπρεπε να αποστείλει ελεγχθέντες λογαριασμούς, υπογεγραμμένους από εξωτερικό ελεγκτή. Η εκπρόσωπος της ΟΕ δήλωσε ότι δεν επιθυμούσε να της αποστείλει η Επιτροπή ηλεκτρονική επιστολή αναλύοντας την απάντηση της στο ερώτημά της, επειδή κατά την άποψή της η απάντηση ήταν αρκούντως σαφής.
Στις 4 Ιουλίου 2007 τα έγγραφα με τίτλο "ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΤΗΣΙΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ", χωρίς ημερομηνία, "Ετήσιο Υπόλοιπο Λογαριασμών έτους 2006" (στην ελληνική γλώσσα, με ημερομηνία 01.01.2006) και "Ετήσιο Υπόλοιπο Λογαριασμών έτους 2005" (στην ελληνική γλώσσα, με ημερομηνία 31.12.2006) παρελήφθησαν και απεστάλησαν στην Επιτροπή μαζί με τα έγγραφα με τίτλο "Ισολογισμός της 31ης Δεκεμβρίου 2005" και" Ισολογισμός της 31ης Δεκεμβρίου 2006 ".
Το αποτέλεσμα της ανάλυσης της Επιτροπής ήταν "Αρνητικό" με τις ακόλουθες παρατηρήσεις:
"Απουσία λογαριασμών κερδών και ζημιών
Απουσία παρατηρήσεων στον ισολογισμό
Η δήλωση του ελεγκτή είναι ασαφής και αφορά μόνο τον ισολογισμό
Εκκρεμεί η υποβολή επικυρωμένων πλήρων λογαριασμών, συμπεριλαμβανομένου του λογαριασμού κερδών και ζημιών".
Η DG ECHO διατύπωσε τη γνώμη της λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (International Standards on Auditing - ISA s) και τη Διεθνή Πρακτική Λογιστικών Δηλώσεων (International Auditing Practice Statements - IAPSs) που έχουν θεσπιστεί υπό την αιγίδα της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ελεγκτών (International Federation of Accountants - IFAC), όπου εκτίθενται οι βασικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι ελεγκτές.
Στις 9 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή απέστειλε επιστολή για το κλείσιμο του φακέλου της ΟΕ λόγω ανεπαρκούς τεκμηρίωσης. Η Επιτροπή διευκρίνισε ότι της είχαν υποβληθεί επικυρωμένοι λογαριασμοί χωρίς αναφορά σε "κέρδη και ζημίες" ή παρατηρήσεις στον ισολογισμό για τα δύο τελευταία πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη και ότι η υποβληθείσα δήλωση του ελεγκτή αφορούσε μόνο τον ισολογισμό.
Στις 8 Ιουλίου 2007, η OE κάλεσε την Επιτροπή να επανεξετάσει την απόφασή της να απορρίψει τη αίτησή της και ζήτησε να της δοθεί "η ευκαιρία να υποβάλει [...] συμπληρωματικές πληροφορίες ή κατάλληλες επεξηγήσεις σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς της καθώς και κάθε επιπρόσθετη λογιστική πληροφορία από εξωτερικό ελεγκτή". Επιπλέον διευκρίνισε ότι το αίτημά της βασιζόταν στο γεγονός ότι το πρόβλημα που ανέκυψε "οφείλεται χωρίς αμφιβολία σε μια παρανόηση εξαιτίας τους γεγονότος ότι έπρεπε να γνωστοποιήσει σε μια ξένη γλώσσα όρους που δεν έχουν σαφές περιεχόμενο και δεν είναι κοινώς αποδεκτοί σε ολόκληρη την Ευρώπη". Μετά από μια προσεκτική εξέταση των πληροφοριών που υπέβαλε η ΟΕ, η αρμόδια υπηρεσία της Επιτροπής αποφάσισε, στις 27 Αυγούστου 2007, να εμμείνει στην απόφασή της να περατώσει την εξέταση της αίτησης της ΟΕ για την υπογραφή ΣΕΣΠ λόγω ελλιπούς τεκμηρίωσης.
Η Επιτροπή επισήμανε σχετικά ότι στη διαδικασία που ακολούθησε χρησιμοποίησε την ίδια ορολογία που περιλαμβάνεται (i) στον κανονισμό (EΚ, Ευρατόμ) του Συμβουλίου αριθ.1605/2002 της 25ης Ιουνίου 2002 σχετικά με το Δημοσιονομικό Κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(1) ("κανονισμός 1605/2002") και (ii) στον κανονισμό (EΚ, Ευρατόμ) της Επιτροπής αριθ. 2342/2002 της 23ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων για την εφαρμογή του κανονισμού (EΚ, Ευρατόμ) του Συμβουλίου αριθ. 1605/2002 σχετικά με το Δημοσιονομικό Κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2) ("κανονισμός 2342/2002"). Τόνισε επίσης ότι και οι δύο αυτοί κανονισμοί έχουν δημοσιευτεί στις 23 επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής.
Η Επιτροπή, συγκρίνοντας τα έγγραφα που είχε παραλάβει από την ΟΕ στις 10 Απριλίου και στις 4 Ιουλίου 2007 με τα έγγραφα που η καταγγέλλουσα υπέβαλε στο Διαμεσολαβητή ως "Συμπληρωματικά οικονομικά δεδομένα που διαβιβάστηκαν στην ECHO", επισήμανε ειδικότερα τα εξής:
- Στις 10 Απριλίου 2007, η Επιτροπή παρέλαβε τους ισολογισμούς των ετών 2005 και 2006 στην αγγλική γλώσσα, χωρίς υπογραφή και χωρίς ημερομηνία. Η Επιτροπή ουδέποτε παρέλαβε την ελληνική εκδοχή τους που έφερε υπογραφή και ημερομηνία (έγγραφα (α) και (β)) και υπεβλήθη στο Διαμεσολαβητή μαζί με την καταγγελία.
- Η Επιτροπή δεν παρέλαβε έγγραφο στην αγγλική γλώσσα με τίτλο "Έκθεση εξωτερικού ελεγκτή" που υπογράφει ο κ. Γεώργιος Δεληκούρας στις 30 Ιουλίου 2007 (έγγραφο (γ)), το οποίο υπεβλήθη στο Διαμεσολαβητή μαζί με την καταγγελία. Το έγγραφο αυτό υπεγράφη μετά την παραλαβή από την Επιτροπή στις 4 Ιουλίου 2007 του συμπληρωματικού εγγράφου που απέστειλε η ΟΕ και αφορούσε μόνο τα χρηματικά διαθέσιμα στις "31/12/2006" χωρίς αναφορά στους λογαριασμούς του έτους 2005.
- Η Επιτροπή ουδέποτε παρέλαβε το έγγραφο "δήλωση κερδών και ζημιών 2005-2006" (έγγραφο (δ)), το οποίο υπεβλήθη στο Διαμεσολαβητή με την καταγγελία.
- Στις 4 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή παρέλαβε έγγραφο με τίτλο "Επικύρωση των ετήσιων λογαριασμών". Το έγγραφο αυτό δεν είχε ημερομηνία και αφορούσε μόνο το ετήσιο υπόλοιπο λογαριασμών.
Η Επιτροπή κατέληξε απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς της καταγγέλλουσας.
Οι παρατηρήσεις της καταγγέλλουσαςΣτις παρατηρήσεις της η καταγγέλλουσα επέμεινε στον ισχυρισμό της και δήλωσε, μεταξύ άλλων τα εξής: Η ΟΕ ουδέποτε συναίνεσε σε μια προφορική απάντηση της Επιτροπής στο αίτημά της σχετικά με τη διευκρίνηση του όρου "ετήσιοι λογαριασμοί". Η OE είχε αποστείλει τους ισολογισμούς της στην Επιτροπή στην ελληνική γλώσσα μαζί με τη μετάφρασή τους. Η ΟΕ δεν δύναται να αποδεχθεί το επιχείρημα της Επιτροπής ότι η τελευταία δεν είχε παραλάβει το έγγραφό "δήλωση κερδών και ζημιών 2005-2006", το οποίο η OE της είχε αποστείλει. Η ημερομηνία "30/07/2007" που εμφανιζόταν στο έγγραφο (γ) που υπεβλήθη στο Διαμεσολαβητή μαζί με την καταγγελία ήταν πράγματι διαφορετική από την ημερομηνία του εγγράφου που απεστάλη στην Επιτροπή, το οποίο ήταν και το πρωτότυπο.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ
1 Ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο η απόφαση της Επιτροπής να απορρίψει την αίτηση της ΟΕ για τη σύναψη μιας ΣΕΣΠ ήταν άδικη και παράνομη και συναφείς αξιώσεις1.1 Η καταγγελία αφορά την απόρριψη της αίτησης της One Earth (" OE ") για τη σύναψη μιας Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης Πλαίσιο ("ΣΕΣΠ") με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με το επιχείρημα ότι η αίτηση δεν περιελάμβανε τα κατάλληλα υποστηρικτικά (υποχρεωτικά) έγγραφα. Η Επιτροπή στη γνώμη της σχετικά με την καταγγελία επιβεβαίωσε ότι η προσβαλλόμενη απόφασή της ήταν σύμφωνη με τις ισχύουσες απαιτήσεις. Η καταγγέλλουσα δεν αποδέχεται την άποψη αυτή.
1.2 Ο Διαμεσολαβητής, πρώτον, υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με το άρθρο 173 παράγραφος 4 του κανονισμού 2342/2002(3), ο αιτών στο πλαίσιο μιας διαδικασίας ανάθεσης, όπως η εξεταζόμενη, υποχρεούται να υποβάλει "έκθεση ελέγχου συνταχθείσα από ένα εγκεκριμένο εξωτερικό ελεγκτή", ο οποίος "επικυρώνει τους λογαριασμούς" των δύο τελευταίων με διαθέσιμα στοιχεία οικονομικών ετών. Επιπλέον, δεν αμφισβητείται, ότι οι εφαρμοστέοι κανόνες επιλογής που είχαν δημοσιευτεί στην ιστοθέση της ECHO(4).
(α) παρέπεμπαν ειδικά στην ανωτέρω διάταξη του κανονισμού 2342/2002 όσον αφορά τη χρήση των νομικών βάσεων
(β) όριζαν ότι, μετά την επικύρωση από τον αιτούντα του συμπληρωθέντος ερωτηματολογίου, "παρεχόταν προθεσμία ενός ακόμη μηνός για την τεκμηρίωση των απαντήσεων και την αποστολή στην ECHO μιας πλήρους σειράς εγγράφων με μια και μόνο συστημένη επιστολή" και ότι "οι αιτήσεις για τις οποίες δεν είχε τηρηθεί εμπροθέσμως η επίσημη διαδικασία με την αποστολή της πλήρους σειράς εγγράφων (εκτύπωμα του επικυρωθέντος ερωτηματολογίου υπογεγραμμένο από το εξουσιοδοτηθέν πρόσωπο + υποστηρικτικά έγγραφα) θα εθεωρούντο άκυρες", και
(γ) απαιτούσαν από τον αιτούντα να υποβάλει ως "υποχρεωτικά έγγραφα", μεταξύ άλλων, "ετήσιους λογαριασμούς για τα δύο τελευταία πλήρη ημερολογιακά ή οικονομικά έτη, επικυρωμένα από ένα εξωτερικό επαγγελματία ελεγκτή". Στο επικυρωθέν από την ΟΕ ερωτηματολόγιο, η αιτούσα έκανε δεκτή, χωρίς επιφυλάξεις, την "περιοριστική πολιτική γλωσσών εργασίας (αγγλικά ή γαλλικά)" που εφαρμόζει η ECHO "προκειμένου να επιταχύνει τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και υλοποίηση των ανθρωπιστικών δράσεων". Η OE έκανε συνεπώς δεκτό τον όρο της ECHO να χρησιμοποιεί την αγγλική ή γαλλική γλώσσα στην αίτησή της.
1.3 Σε σχέση με τις προμνημονευθείσες απαιτήσεις, η ΟΕ υπέβαλε, τον Απρίλιο του 2007, μόνο ένα μονοσέλιδο "ισολογισμό" για το οικονομικό έτος 2005 και ένα μονοσέλιδο "ισολογισμό" για το οικονομικό έτος 2006, ως υποστηρικτικά έγγραφα αριθ. 8 και 9(5). Τα έγγραφα αυτά, στην αγγλική γλώσσα, δεν είχαν καμία επικύρωση από ελεγκτή ή μεταφραστή. Επιπροσθέτως, τα έγγραφα αυτά δεν έφεραν ούτε υπογραφή ούτε ημερομηνία. Συνεπώς, δεν πληρούσαν ουσιώδεις προϋποθέσεις εγκυρότητας. Επιπλέον, δεν υπάρχει απόδειξη ή σαφής ένδειξη ότι τα έγγραφα συνοδεύονταν από τα σχετικά (πρωτότυπα) έγγραφα στην ελληνική γλώσσα, επικυρωμένα από έναν εγκεκριμένο εξωτερικό ελεγκτή. Πράγματι, στον κατάλογο των υποχρεωτικών εγγράφων που συνοδεύουν την αίτηση της ΟΕ, δεν υπάρχει μνεία των εγγράφων αυτών. Εξάλλου, τα έγγραφα αυτά δεν περιλαμβάνονται στα έγγραφα που η Επιτροπή κατέθεσε στο Διαμεσολαβητή ως υποβληθέντα σε αυτήν από την ΟΕ. Επιπλέον, η Επιτροπή στη γνώμη της επιβεβαίωσε ρητώς ότι δεν παρέλαβε τα έγγραφα αυτά. Για τη δήλωση αυτή ισχύει (μαχητό) τεκμήριο ειλικρίνειας(6), η δε καταγγέλλουσα δεν έχει προβάλει βάσιμα επιχειρήματα για να το ανατρέψει. Μεγαλύτερη σημασία έχει το γεγονός ότι από το περιεχόμενο του καταλόγου των υποχρεωτικών εγγράφων που συνοδεύουν την αίτηση της ΟΕ δεν προκύπτει κατά κάποιον τρόπο ότι τα έγγραφα αυτά πράγματι απεστάλησαν από την ΟΕ ως μέρος των υποστηρικτικών εγγράφων που παρέλαβε η Επιτροπή τον Απρίλιο του 2007. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο Διαμεσολαβητής φρονεί ότι η ΟΕ αναμφισβήτητα δεν κατόρθωσε να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή της να υποβάλει, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, ετήσιους λογαριασμούς επικυρωμένους από εξωτερικό ελεγκτή.
1.4 Η αδυναμία αυτή υποδηλώνει, με βάση τους κανόνες που διέπουν την υπό εξέταση διαδικασία επιλογής, ότι η αίτηση της ΟΕ ήταν άκυρη. Η αίτηση αυτή έπρεπε συνεπώς με βάση τους κανόνες αυτούς να απορριφθεί. Επομένως, ο Διαμεσολαβητής δεν διαπιστώνει περίπτωση κακοδιοίκησης σύμφωνα με τον ισχυρισμό της καταγγέλλουσας. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι και οι συναφείς αξιώσεις της καταγγέλλουσας δεν στοιχειοθετούνται.
1.5 Ο Διαμεσολαβητής επισημαίνει ότι η Επιτροπή, αντί να απορρίψει την αίτηση της ΟΕ, την κάλεσε, με ηλεκτρονική επιστολή της 20ής Ιουνίου 2007, να αποκαταστήσει την ανωτέρω σαφή έλλειψη όσον αφορά τα υποστηρικτικά της αίτησης αυτής έγγραφα. Ο Διαμεσολαβητής θα προβεί στη συνέχεια σε σχετική παρατήρηση επί του σημείου αυτού.
1.6 Ο Διαμεσολαβητής τονίζει επίσης ότι το αντικείμενο της διαφωνίας μεταξύ της Επιτροπής και της ΟΕ ήταν κυρίως η ανάγκη να προσδιοριστεί το είδος των εγγράφων που θα πληρούσαν την απαίτηση των "ετήσιων λογαριασμών" που έχουν επικυρωθεί από έναν ελεγκτή. Για το ζήτημα αυτό ο Διαμεσολαβητής θα προβεί σε μια δεύτερη παρατήρηση στο τέλος της παρούσας απόφασης.
2 ΣυμπέρασμαΟ Διαμεσολαβητής, με βάση τις έρευνες που διενήργησε σχετικά με την παρούσα καταγγελία, δεν διαπιστώνει περίπτωση κακοδιοίκησης σύμφωνα με τον ισχυρισμό της καταγγέλλουσας.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής θα ενημερωθεί για την παρούσα απόφαση.
Περαιτέρω παρατηρήσειςΣτην παρούσα υπόθεση, δόθηκε στην αιτούσα τη σύναψη μιας ΣΕΣΠ η δυνατότητα να αποκαταστήσει την έλλειψη υποβολής, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, ορισμένων υποχρεωτικών εγγράφων, όπως οι ετήσιοι λογαριασμοί που έχουν επικυρωθεί από έναν εγκεκριμένο εξωτερικό ελεγκτή. Αυτό δεν ήταν σύμφωνο με τους κανόνες που διέπουν την υπό εξέταση διαδικασία επιλογής, οι οποίοι δημοσιεύτηκαν στην ιστοθέση της ECHO, ενδέχεται δε να είναι ασυμβίβαστο με την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των αιτούντων στο πλαίσιο διαδικασιών επιλογής όπως η εξεταζόμενη. Η Επιτροπή καλείται συνεπώς να λάβει δεόντως υπόψη της τα στοιχεία αυτά σε παρόμοιες υποθέσεις στο μέλλον. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο διαδικασιών όπως η επίμαχη, μπορεί να επιθυμεί να δίδει στους αιτούντες τη δυνατότητα να αποκαταστήσουν ελλείψεις στα υποστηρικτικά τους έγγραφα όπως η έλλειψη που διαπιστώθηκε στην παρούσα υπόθεση. Μπορεί επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο να θεσπίσει σαφείς διατάξεις προς αυτή την κατεύθυνση, στο πλαίσιο των κανόνων που διέπουν τη διαδικασία επιλογής, αφού προηγουμένως εξετάσει κατά πόσο οι ρυθμίσεις αυτές είναι συμβατές με τη θεμελιώδη αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των αιτούντων και τις σχετικές απαιτήσεις του Δημοσιονομικού Κανονισμού και των εκτελεστικών του διατάξεων.
Η Επιτροπή, στο πλαίσιο διαδικασιών όπως η εξεταζόμενη, θα μπορούσε να μελετήσει το ενδεχόμενο να παρέχει στους δυνητικούς αιτούντες σαφέστερες οδηγίες όσον αφορά το απαιτούμενο περιεχόμενο "λογαριασμών" που πρέπει να επικυρώνονται και να υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 173, παράγραφος 4 του κανονισμού 2342/2002, παραπέμποντας, για παράδειγμα, σε συγκεκριμένα διεθνή πρότυπα ή κατηγορίες λογαριασμών που προβλέπονται στη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους.
Με εκτίμηση,
Καθηγητής Νικηφόρος Διαμαντούρος
(1) ΕΕ 2002, L 248, σελ. 1.
(2) ΕΕ 2002, L 357, σελ. 1.
(3) Βλέπε υποσημείωση 2.
(4) Η Επιτροπή επισύναψε στη γνώμη της σχετικά με την καταγγελία ένα εκτύπωμα των σχετικών ιστοθέσεων της ECHO, οι οποίες κοινοποιήθηκαν στην καταγγέλλουσα μαζί με τη γνώμη της Επιτροπής. Η καταγγέλλουσα στις παρατηρήσεις της σχετικά με τη γνώμη της Επιτροπής δεν αμφισβητεί την ακρίβεια των πληροφοριών που παρέσχε η Επιτροπή.
(5) Στον κατάλογο των υποχρεωτικών εγγράφων που συνοδεύουν την αίτηση της ΟΕ, τα έγγραφα αυτά αναφέρονταν αντιστοίχως ως "ελεγχθείς οικονομικός λογαριασμός οικονομικού έτους 2005"(έγγραφο 8) και "ελεγχθείς οικονομικός λογαριασμός οικονομικού έτους 2005" (έγγραφο 9)
(6) Πεβλ υπόθεση T -311/00 British American Tobacco κατά Επιτροπής, Συλλογή [2002] σελ II -2781, παράγραφος 35.
- Export
- Short link
- Subscribe to the case
- Get notified by email when the case is updated
- Get notified by RSS when the case is updated
- Share this page onTwitterFacebookLinkedin